και τα καμμώματά της.....!!!!!
Γεμάτο απορίας βλέμα ο Αγαθοκλής κατευθύνεται στον Οινοκράτη και του εκμιστηρεύεται πως τα πρόβατά του μαλλί πολύ δε βγάζουν, ζακέτα για το χειμώνα δε θα μπορεί να πλέξει, και την γυναίκα του ποιός τη ακούει.
Ο Οινοκράτης όμως απασχολημένος στα κρασιά του, κάποιος του παρουσιάστηκε από της Μέσης Ανατολής τα μέρη και κρασί περισσό του υποσχέθηκε, τα δυο βαράλια πενήντα θα τα κάνει.
Μα αλμπάνης του προέκυψε και το κρασί σε βυσσινάδα μετετράπη
Και οι κλασμένοι έπιναν και ξανάπιναν, μα το κέφι μακριά και ο χορός στα ξένα.
Συμπόσιο δεν είναι αυτό, μια παπαριά μον' είναι, και κλούβια αυγά, ξυνισμένα γιαούρτια και σάπια μήλα του πετάξαν.
Χάλια και ο μανδύας και η χλαμύδα.
Έτσι ο Οινοκράτης, και μη μπορόντας με τον Αγαθοκλή να ασχοληθεί, GPS του δείνει, στον Κίσσαβο τα πρόβατα να πάει, έκει χορτάρι βελτιωμένο έχει, μαλλί πολύ τα πρόβατα θα βγάλουν, δε θα προλαβαίνει να κουρεύει, ακόμα και σε ξένους θα στραφεί, κουρέψτε και 'σεις λιγάκι.
Η Κρεισσία όμως άλλη γνώμη είχε, και το GPS το μπέρδεψε αλλού για αλλού να πάει.
Και ο Αγαθοκλής, πιστά ακολουθόντας το, στον Όλυμπο ευρέθη, μπροστά στο θρόνο του Διός, με ένα κοπάδι πρόβατα.
Και πρίν προλάβει ο Κεραύνιος ο Ζεύς το λόγο να ρωτήσει, χέστηκαν τα πρόβατα και το παλάτι έγινε μαντρί και ο θρόνος σκατωμένος.
Τότε τα νεύρα του όλα επιστράτευσε και κεραυνούς και χιόνια, ώξω του είπε από 'δω και τιμωρία μεγίστη θα 'βρεις, τα πρόβατα μήτε μαλλί θα δώσουν, καραφλά θα είναι, μα μήτε και γάλα, μοναχά θα κλάνουν και πρωί, και μεσημέρι, και βράδυ, και μες τα μαύρα τα μεσάνυχτα, προκαλόντας έτσι θόρυβο, και οι ραβδούχοι το κατώφλι σου δευτερο σπίτι θα κάνουν, την τάξη για να επιβάλουν. Και η γυναίκα σου τα ξύλα για το τζάκι πάνω σου θα τα ρίχνει.
Και ο Αγαθοκλής, της επιστροφής το δρόμο πήρε, τον Οινοκράτη για να βρεί, όχι για να του τα ζαλίσει, μα την την εγγύηση να βρεί, μήπως και φτιάξει αυτό το πράμα.
... και ο Διόνυσος βλέπει από ψηλά ενα αυτοκίνητο χωρίς τον οδηγό να περιφέρεται άσκοπα στους δρόμους.
Και το ποτήρι γεμάτο με τον διαλεχτό τον οίνο καταγής αφήνει και στο κινήτο στις κατεπήγουσες τις κλήσεις τον ψυχοπομπό Ερμή καλεί και απ' το κρεβάτι τον σηκώνει.
-Ρε συ Ερμή, ποιόν στον Άδη στείλαμε και στο μάτι του οβολό λησμονήσαμε να βάλουμε;
-Τι ερωτήσεις είναι αυτές, πως σου 'ρθε τέτοιο πράγμα.
-Ο άνθρωπος την Αχαιρουσία λίμνη να διαβεί δεν την μπορεί και η ψυχή του απ' τ' αυτοκίνητό του εξω βρίσκεται και το οδηγεί.
-Στείλε τον Οινοκτάτη, αυτός τις εξηγήσεις τις σωστές σε όλους μας θα δώσει.
Και ο Διόνυσος τον Οινοκράτη αμέσως προσκαλεί με τηλεβόα ήχο, του σώθηκε η μπαταρία απ' το κινητό.
Και μ' ένα βήμα ο Οινοκράτης μπροστά του βρίσκεται και προσοχή του ρίχνει, στον Άρη νόμισε πως βρίσκεται και την ασπίδα ψάχνει.
Αυτά κάνει το πολύ κρασί.
-Γι τρέχα κει κάτω για να δείς τη τελικά συμβαίνει, ένα αυτοκίνητο στους δρόμους τριγυρνα χωρίς τον ογηγό του,
την Αχαιρουσία λίμνη να περάσει δεν μπορεί, και ας είναι η στάθμη της ριχή, δεν έβρεξε χθες, παρακολούθησα το δελτίο το μεταιωρολογικό.
μάλλον ξεχάσαμε να του δώσουμε τον οβολό.
-Ελήφθη λέει ο Οινοκράτης και κάτω κατεβαίνει και όσα ο Διόνυσός του είπε προσπαθεί να εξιχνιάσει, να δει τη πραγματικά συμβαίνει.
Και στο αυτοκίνητο μέσα μπαίνει ση θέση του συνοδηγού, Πλουταρχό βνάζει στο player το cd, μα αντί ανδρών μεγάλους βίους να ακούσει, ήχοι γλυκοί στ΄αυτιά του έρχοντε ''...με μια ματιά...'' και ''...αχ κορίτσι μου...'' και στροφές πολλές και σπίθες το μυαλό του καταλαμνβάνουν και στον Διόνυσο από κάτω βροντοφωνάζει:
-Στο αυτοκίνητο πρέπει πρέπει να βάλουμε οβολό, κάποιος τσόγλανος το στοίχιωσε, για απόσυρση το πήγε και ξεχασε τον αφήσει, ρίξε κανεναν από 'πάνω γιατί έχω μόνο ευρώ.
Και ξαφνικά σε βενζινάσικο μπροστα το αυτοκίνητο απότομα σταματά και η πόρτα ανοίγει.
-Κύριος μην μπαίνεις σ' αυτό το αμάξι είναι στοιχιωμένο, πάρε ταξί ή ΚΤΕΛ.
-Ποιό στοιχιωμένο ρε μαλάκα, απ' τα διόδια του Σχοιματαρίου σπρώχνω και κοντεύω με της Νεμέας το λιοντάρι φραπεδιά να πιώ.
Και πές αυτήν αυτήν την δικιά σου τη μαινάδα την Κρεισσία εσένα αν θέλει να συναντήσει και τα μάτια σας να βγάλετε και ότι άλλο θέλετε να κάνετε τρόπους άλλους αυτή να βρεί και όχι τη βενζίνη απ' το ρεζερβουάρ μου να βουτήξει κι όλο αυτό το σκηνηκό να στήσει.
Ορίστε καμαρώνει κιόλας λες και ανδραγάθημα μεγάλο έκανε.