Δευτέρα 30 Μαΐου 2016

Αλθαίας θυμός ...

Στο μακρινό Αμπελοχώρι η ζωή κυλούσε ήρεμα με την καθημερινότητα να είναι προδιαγεγραμμένη.
Ώσπου μια μέρα οι άντρες του χωριού ξεσηκώθηκαν χωρίς καμιά απολύτως αιτία και ξεκινώντας από τους αμπελώνες


κατευθύνθηκαν προς το καφενείο και ήπιαν όλο το κρασί, που φυλαγμένο ήταν για τις σπονδές.
Αυτό δεν άρεσε καθόλου στην Αλθαία,


κόρη του βασιλιά Θεστίου και της Ευρυθέμιδας, μα ούτε και στις κόρες της Μελεαγρίδες Γόργη και Διηάνειρα, που έβλεπε τους άντρες, αντί να βουλώνουν τους λάκκους στους δρόμους πους υποσχέθηκαν να πράξουν στον σύζυγό της βασιλιά της Καλυδώνας Οινέα, να παραπατούν και να πέφτουν μέσα.
Αμέσως έτρεξε προς το ανάκτορο του συζύγου της,


αλλά προς μεγίστη έκπληξη των οφθαλμών της είδε τον Οινέα στα τέσσερα, σαν αγριόσαυρα, αφού από την πολλή την σούρα του δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια του.
Μάλιστα διατυμπάνιζε στους διαδρόμους σερνόμενος πως θα βάλει ειδικό φόρο κατανάλωσης στο νερό, στις λίμνες, τις θάλασσες και τα ποτάμια, γιατί αυτά ευθύνονται για τους τόσους άδικους πνιγμούς αθώων ανθρώπων, ενώ παράλληλα θα επιβάλει την αύξηση πόσης κρασιού, η οποία κατά τον φιλόσοφο Αγαθογένη θεραπεύει από την ηχορύπανση της κρεβατομουρμούρας και διώχνει τον πόνο από το οστικό κύμα πάσας γυνής που προκαλύται από το απότομο κατέβασμα της δεξιάς ή αριστερής χειρός και έχει ως αποτέλεσμα την εκτόξευση του ανυποψίαστου ανδρός και πτώση αυτού στο πάτωμα.
Η οργή της ήταν τόσο μεγάλη, και μεγάλωσε ακόμα περισσότερο όταν είδε τύφλα τον Οινοκράτη


να τραγουδάει το ''Να πεθάνουν οι γυναίκες, να πεθάνουνε, για να πάψουνε καψώνια να μας κάνουνε'' και πήρε την απόφαση να κατέβει στο κελάρι.


Εκεί είδε και καταμέτρησε όλα τα δρύινα γεμάτα κρασί βαρέλια,


άνοιξε τις κάνουλες και το κρασί χύθηκε στο έδαφος.
Αμέσως μετά θυμήθηκε πως σε μια παρόμοια περίπτωση σουροκατάστασης οι άντρες του χωρίου με επικεφαλής τον βασιλιά και σύζυγό της Οινέα και τον κρασοπατέρα Οινοκράτη μπέρδεψαν τα καλώδια και σύνδεσαν στον ρευματοδότη υψηλής τάσης όλα τα πλυντήρια, με αποτέλεσμα μανδύες, χλαμύδες και χιτώνια, αλλά και πέπλα της Κυβέλης, να γίνουν σαν τα μούτρα τους.
Έτσι κατευθύνθηκε στην κεντρική αποθήκη και κατακομμάτιασε με τούβλο ηλεκτρονική συσκευή


που θα χρησίμευε για το συμπόσια τον αντρών με θέμα τη γυναικεία καταπίεση και


άρπαξε το πεπαλαιωμένο κρασί τους που φυλάσσονταν για το εν λόγο συμπόσιο.
Αυτό που περιμένει τώρα είναι η αντίδραση των αντρών για να συνεχίσει την περεταίρω επιστράτευση των νεύρων της ή για να τα κατευνάσει.
κείμενο: Θεοδωρίδης Βλαδίμηρος